Το οκτόμπασο (The octobass)
Το οκτόμπασο είναι ένα εξαιρετικά μεγάλο και σπάνιο έγχορδο όργανο που κατασκευάστηκε για πρώτη φορά γύρω στο 1850 στο Παρίσι από τον Γάλλο λαουτίστα και εφευρέτη Jean-Baptiste Vuillaume (1798–1875).
KEIMENO: MIXΑΛΗΣ ΜΑΡΜΑΡΑΣ
Έχει τρεις χορδές και είναι ουσιαστικά μια μεγαλύτερη εκδοχή του κοντραμπάσου. Το μήκος του μπορεί να φτάνει μέχρι και τα 3,6m (τη στιγμή που ένα κοντραμπάσο πλήρους μεγέθους δεν ξεπερνά τα 2m) και για την ολοκλήρωση της κατασκευής του απαιτείται χρονικό διάστημα ενός έτους.
Λόγω του μεγάλου μήκους της ταστιέρας και του πάχους της χορδής, ο μουσικός το παίζει χρησιμοποιώντας ένα σύστημα μοχλών και πεντάλ.
Οι μοχλοί χρησιμεύουν για να δεσμεύουν μεταλλικούς σφιγκτήρες που είναι τοποθετημένοι πάνω από το λαιμό σε συγκεκριμένες θέσεις. Αυτοί οι σφιγκτήρες λειτουργούν ως μηχανισμοί ανάρτησης όταν ο ερμηνευτής πιέζει τους μοχλούς. Το οκτόμπασο ποτέ δεν παράχθηκε σε μεγάλη κλίμακα ούτε και έχει χρησιμοποιηθεί πολύ από συνθέτες.
Το μόνο γνωστό έργο του 19ου αιώνα που απαιτεί συγκεκριμένα το οκτόμπασο είναι το “Messe solennelle de Sainte-Cécile” του Charles Gounod (γνωστός για τη μελοποίηση του Ave Maria και τις όπερες Faust και Roméo et Juliette).
Το οκτόμπασο συνήθως παίζει μια οκτάβα κάτω από το κοντραμπάσο. Ελάχιστα τέτοια όργανα υπάρχουν σε όλο τον κόσμο.
Ένα, βρίσκεται, στη συλλογή του Musée de la Musique στο Παρίσι, ένα στη συλλογή του Musical Instrument Museum στο Phoenix της Arizona (όπου εκτίθεται και η Λύρα του Ψαραντώνη) και ένα στο Kunst Historisches Museum (Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης) στη Βιέννη.
Επίσης, υπάρχουν, δύο ιδιωτών εκ των οποίων το ένα ανήκει στον Ιταλό μουσικό Nicola Moneta και το άλλο στην Νορβηγίδα κοντραμπασίστα και πειραματική μουσικό Guro Moe και ένα τελευταίο ανήκει στη Montreal Symphony Orchestra, η οποία είναι η μόνη ορχήστρα στον κόσμο που διαθέτει οκτόμπασο.