Βινύλιο και δυναμική περιοχή.
Όσοι πιστοί της Beyoncé προπαρήγγειλαν το τελευταίο άλμπουμ της σε βινύλιο αναφέρουν ότι πέντε τραγούδια απλά δεν υπάρχουν στο LP. Το άλμπουμ «Cowboy Carter» κυκλοφόρησε πρόσφατα με επιτυχία, πολλοί το αποκαλούν «αριστούργημα» και άλλοι ως «έπος της κάντρι».
Αλλά μερικά από τα τραγούδια όπως τα «Ya Ya» και «Spaghetti», φέρεται να μην υπάρχουν στην έκδοση βινυλίου. «Είμαι τόσο λυπημένος», έγραψε ένας στα social που είχε πληρώσει σχεδόν 40 ευρώ για να το προπαραγγείλει από τον ιστότοπο της Beyoncé. «Είναι πολύ κρίμα, γιατί το Ya Ya είναι το αγαπημένο μου, στο άλμπουμ», είπε ένας άλλος.
Η πιο πιθανή εξήγηση είναι ότι η Beyoncé πρόσθεσε στο άλμπουμ «Cowboy Carter» τα τραγούδια αυτά αργότερα, πριν βγει το βινύλιο.
Τα πιεστήρια βινυλίων γίνονται κρατήσεις μήνες νωρίτερα, με χρόνους παράδοσης από 10 εβδομάδες έως 6 μήνες, γεγονός που σημαίνει ότι τα άλμπουμ πρέπει να «σταλούν» για εκτύπωση πολύ πριν από την κυκλοφορία τους (όπως και εμείς το περιοδικό μας). Ένα λάθος αν ξεφύγει, δεν υπάρχει γυρισμός.
Το βινύλιο θα βγει με λάθη ή ελλιπές. Επίσης, δεν είναι ασυνήθιστο για τους καλλιτέχνες να τροποποιούν τις λίστες των κομματιών ενός άλμπουμ την τελευταία στιγμή, αυτό στις υπηρεσίες ροής μπορεί να γίνει με ένα update.. όχι όμως σ’ ένα δίσκο LP.
Στο δελτίο Τύπου για το δίσκο, η Beyoncé αναφέρει ότι ο οργανικός ήχος του άλμπουμ «Cowboy Carter» είναι εν μέρει μια απάντηση στις ψηφιακές μεθόδους παραγωγής που χρησιμοποιούνται σήμερα για τα περισσότερα ποπ άλμπουμ που κυκλοφορούν.
Αναφέρει, «ήθελα να επιστρέψω στα παλιά -πραγματικά- όργανα και όχι να χρησιμοποιήσω τεχνητή νοημοσύνη, ψηφιακά φίλτρα και προγραμματισμό στην παραγωγή του.» και συνέχισε: «κράτησα μερικά τραγούδια ακατέργαστα. Οι ήχοι είναι τόσο οργανικοί και ανθρώπινοι, καθημερινά πράγματα όπως του αέρα, των πουλιών και της φύσης».
Όπως καταλαβαίνει κανείς η έκδοση ενός βινυλίου είναι μια αρκετά χρονοβόρα διαδικασία και θέλει τους χρόνους του σε σχέση με τα ψηφιακά αρχεία. Παράλληλα η Beyoncé κάνει λόγο για τεχνητή νοημοσύνη και επεξεργασίες που χρησιμοποιούνται πια στην παραγωγή μουσικής.
Βέβαια, οι λάτρεις του βινυλίου συνηθίζουν να αντιμετωπίζουν τους δίσκους LP ως μια «ευγενική» αναλογική πηγή, αμόλυντη από ψηφιακές λειάνσεις, που διατηρεί την αναλογική μορφή του σήματος μέχρι το τέλος.
Η πραγματικότητα βέβαια θέλει τα βινύλια να «κόβονται» πια από μουσικά αρχεία που έχουν υποστεί ψηφιακή επεξεργασία. Δηλαδή με email ή μέσω cloud στέλνει η παραγωγός εταιρεία τις ηχογραφήσεις (αρχεία) του κάθε καλλιτέχνη στο εργοστάσιο για να γίνουν βινύλιο.
Ωστόσο, ο ήχος του μαύρου δίσκου έχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των ψηφιακών μέσων για έναν εντελώς διαφορετικό λόγο, που δεν σχετίζεται με την «αναλογική» φύση, τις ιδιότητες του ίδιου του βινυλίου, της κεφαλής ή του πικάπ.
Η βινυλιακή έκδοση ενός άλμπουμ έχει υψηλότερο δυναμικό εύρος σε σχέση με τα αρχεία ή τις υπηρεσίες streaming, που έχουν μικρότερο. Αυτό δεν οφείλεται στους περιορισμούς των ίδιων των μέσων, αλλά στις αποφάσεις που έχουν ληφθεί από τις εταιρείες δίσκων σχετικά με τους πιθανούς ακροατές του κάθε μέσου.
Μόνο ακούγοντας σε χαμηλές στάθμες, σ’ έναν ήσυχο χώρο και από ένα κορυφαίο σύστημα μπορούμε να αναδείξουμε (και να εκμεταλλευτούμε) την υψηλή δυναμική περιοχή ενός μέσου. Όμως, οι περισσότεροι ακροατές δεν το εκμεταλλεύονται αυτό, μιας και τους αρέσει να παίζουν ροές ή αρχεία σε υψηλές στάθμες.
Κάπως έτσι οι δισκογραφικές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα να προσφέρουν την υψηλότερη διαθέσιμη δυναμική περιοχή της μουσικής στους ακροατές βινυλίου και την μικρότερη στους ακροατές αρχείων. Κυρίως επειδή το πικάπ έχει γίνει η πιο σημαντική πηγή ήχου για πολλούς audiophile, κάτι που ανάγκασε τις δισκογραφικές εταιρείες να καταβάλουν ιδιαίτερες προσπάθειες ώστε να κάνουν τον ήχο του βινυλίου όσο το δυνατόν καλύτερο.
Για αυτό άλλωστε οι ψηφιακές ροές, τα αρχεία και τα CD, που έχουν πολύ μεγαλύτερες τεχνολογικές δυνατότητες από το βινύλιο, συχνά δεν ακούγονται τόσο καλά σε καλοστημένα συστήματα… γιατί οι εταιρείες τα «φτιάχνουν» έτσι ώστε να ακούγονται όπως πρέπει σε φορητά ηχεία και ασύρματα ακουστικά.
Άλλωστε το ίδιο σκηνικό είχαμε ζήσει και στην χρυσή εποχή του ραδιοφώνου…
Φώτης Φωτιάδης