ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΒΙΝΥΛΙΑ ΜΙΑ ΕΞ ΙΣΟΥ ΔΥΝΑΤΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΠΗΓΗ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΑ ΡΑΔΙΟΦΩΝΑ.
Οι αναλογικοί δέκτες αποτέλεσαν αδιαμφισβήτητα τον πυλώνα του αναλογικού ήχου. Συνιφασμένοι με την έννοια της απόλυτης ελευθερίας, έπαιξαν καταλυτικό ρόλο, τόσο στην ψυχαγωγία των ακροατών, όσο και στην διαμόρφωση πολιτικών, κοινωνικών τάσεων και εξελίξεων, ειδικά στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, που αποτέλεσαν και το κύριο μέσο ενημέρωσης.
Και μπορεί η εξέλιξη της τεχνολογίας στην συνέχεια να τους «κατάπιε», στερώντας τους την αυτονομία τους και ενσωματώνοντας τους σε άλλες συσκευές, αυτό δεν σημαίνει ότι η συμβολή τους δεν έχει γραφτεί με χρυσά γράμματα στην ιστορία του ήχου.
Πατέρας του ραδιοφώνου θεωρείται ο Γουλιέλμος Μαρκόνι ο οποίος κατάφερε την μετάδοση σημάτων Μορς μέσω ερτζιανών σημάτων σε απόσταση 3 χιλιομέτρων. Βέβαια για να είμαστε ακριβοδίκαιοι την θεωρία των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων, όπου στηρίζεται η λειτουργία του ραδιοφώνου, την διατύπωσε πρώτος ο Μάξγουελ το 1865, δίνοντας την σκυτάλη αργότερα στον Χερτζ (1886-89) ο οποίος κατάφερε να αποδείξει ότι τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα μπορούν να ανακλαστούν, να υποστούν συμβολή αλλά και πόλωση όπως και τα φωτεινά κύματα.
Ο πρώτος που βγήκε στον «αέρα» ήταν ο Frank Conrad στην Αμερική. Στο 1926 ξεκίνησε η πώληση του πρώτου ραδιοφωνικού δέκτη και από την εν λόγω δεκαετία το ραδιόφωνο εξαπλώθηκε με ραγδαίους ρυθμούς τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη. Στην χώρα μας, το ραδιόφωνο έκανε το ντεμπούτ του το 1925 στην Θεσσαλονίκη με… ηθικό αυτουργό τον Χρήστο Τσιγκιρίδη.
RADIO DAYS
Η αρχή λειτουργίας των ραδιοφωνικών δεκτών, όπως προαναφέρθηκε, βασίζεται στα ηλεκτρομαγνητικά κύματα. Στην πράξη, ο πομπός, ενσωματώνει την ηχητική πληροφορία με τεχνική Διαμόρφωσης στην συχνότητα εκπομπής, που ονομάζεται «φέρουσα» και δημιουργείται από έναν «ταλαντωτή».
Στην συνέχεια ο δέκτης, με την βοήθεια της κεραίας αφού συντονιστεί στην επιθυμητή συχνότητα προβαίνει σε «αποδιαμόρφωση» φέρνοντας στο φως το ηχητικό σήμα, χρησιμοποιώντας κατάλληλα φίλτρα. Τον συντονισμό του δέκτη, στην επιθυμητή συχνότητα, επωμίζεται ο «συνθετητής συχνότητας».
Εν αρχή ήταν καθόλα αναλογικός, ενώ στην συνέχεια εξελίχθηκε σε βάσει ψηφιακών βημάτων δηλαδή. Το αυτό συνέβη και με την ένδειξη της συχνότητας που αρχικά ήταν αναλογική και βασιζόταν σε μία βελόνα που διένυε μία οθόνη στην οποία αναγράφονταν οι συχνότητες και στην συνέχεια έγινε ψηφιακή απεικόνιση.
Ο αναγνώστης δεν θα πρέπει να μπερδέψει την αναγραφή της συχνότητας στο καντράν του δέκτη με τον τρόπο συντονισμού, διότι είναι δυνατό ένας δέκτης με αναλογικό συνθετητή συχνότητας να χρησιμοποιεί ψηφιακή οθόνη για την αναγραφή της συχνότητας συντονισμού του. Επίσης, ένας ακόμα παρεξηγήσιμος όρος είναι εκείνος του «κλειδώματος φάσης μέσω ανατροφοδότησης» (Phase Locked Loop), o γνωστός PLL, που αφορά στην βαθμίδα συγχρονισμού του δέκτη με την επιθυμητή συχνότητα και δεν αφορά αποκλειστικά τους ψηφιακούς δέκτες.
Η διαμόρφωση λαμβάνει χώρα με ποικίλους τρόπους, με τις πιο κοινές να είναι η «Διαμόρφωση Πλάτους» (Amplitude Modulation) στην μπάντα των AM και την «Διαμόρφωση Συχνότητας» (Frequency Modulation) στην μπάντα των FM. Ο ρόλος, λοιπόν, ενός δέκτη είναι να αποκωδικοποιήσει το ηλεκτρομαγνητικό φέρον.
Και αυτό θα πρέπει να το πράττει με απόλυτη ουδετερότητα και χωρίς καμία έννοια παρεμβατικότητας. Η απόδοση ενός δέκτη εξαρτάται από, την ευαισθησία (Sensitivity), την επιλεκτικότητα (Selectivity), την σταθερότητα (Stability), την γραμμικότητα (Linearity), την πιστότητα (Fidelity) και την έλλειψη πρασιτικών εκπομπών. Οι δύο πρώτες είναι και οι περισσότερο γνωστές.
Η ευαισθησία μετριέται σε dBf και αφορά στο πόσο αποδοτικός είναι ο δέκτης συναρτήσει της ισχύος του ληφθέντος σήματος τόσο σε μονοφωνικές αλλά κυρίως σε στερεοφωνικές μεταδόσεις. Η επιλεκτικότητα, έχει να κάνει με το πόσο ικανός είναι ο δέκτης στο να διαχωρίσει το σήμα γειτονικών συχνοτήτων και να «κλειδώσει» στον επιθυμητό σταθμό.
Οι ραδιοφωνικοί δέκτες ανέκαθεν διεκδικούσαν τον τίτλο των πιο «άδειων» εσωτερικά συσκευών, πέρα των ιερών τεράτων στα οποία θα αναφερθούμε παρακάτω. Μία συνοπτική ματιά στο εσωτερικό τους φέρνει στο φως πέρα από το στάδιο τροφοδοσίας, τις βαθμίδες ενίσχυσης RF και τάσεως, τα κυκλώματα μίξης, PLL και ελέγχου, τα φίλτρα Multiplex και τον ενισχυτή ακουστικού σήματος. Στην πίσω όψη τους πέρα από την έξοδο ήχου στάθμης line που υλοποιείται με RCA, το παρόν δίνουν οι είσοδοι των κεραιών στα 75 και 300 Ω και το καλώδιο τροφοδοσίας τους.
Δια ταύτα…
Στις μέρες μας, οι αναλογικοί δέκτες ανήκουν στο ρομαντικό παρελθόν και την θέση τους έχουν σφετεριστεί οι ψηφιακοί. Οι τελευταίοι λιγότεροι δημοφιλείς ως αυτόνομες μονάδες, είναι ενσωματωμένοι σε ραδιοενισχυτές, σε συστήματα ήχου, αλλά και σε smartphones και αξιοποιώντας την δυναμική της ψηφιακής τεχνολογίας μπορούν να φέρουν πρόσθετες πληροφορίες όπως σήματα RDS (Radio Data System) κ.α.
Φυσικά, δεν είναι δυνατόν να μην αναφερθούμε στην ραδιοφωνική μετάδοση μέσω D.A.B (Digital Audio Broadcasting), όπως και το ραδιόφωνο μέσω Ιnternet, ενώ για να πούμε και τα πράγματα με το όνομα τους, η σύγχρονη ραδιοφωνία με την μορφή που έχει σήμερα, όπου ο ήχος προέρχεται από συμπιεσμένα αρχεία, στην πλειονότητα τους MP3, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τις ένδοξες και αμιγώς αναλογικές παλιές καλές μέρες.
Κλείνουμε το αφιέρωμα μας, με κάποιες συσκευές που ξεχώρισαν, αφήνοντας το στίγμα τους στην πορεία εξέλιξης του ήχου τις προηγούμενες δεκαετίες.
ΔΕΚΤΕΣ
Tandberg TPT-3001
O αναλογικός δέκτης ορόσημο της απόλυτης ποιότητας που μεσουράνησε επί δεκαετίες ως το υπέρτατο μέσο λήψης, δεν ήταν άλλος από τον TPT-3001 της Tandberg, που κυκλοφόρησε το 1979, ζύγιζε ούτε λίγο ούτε πολύ περί τα 7 κιλά και κόστιζε πάνω από 1.000.000 δραχμές! Εξοπλισμένος σαν αστακός, κατασκευασμένος σαν θωρηκτό, αλλά πρωτίστως με άψογη ηχητική απόδοση, δίκαια απέσπασε μία θέση στην ‘αγία’ τριάδα των καλύτερων δεκτών όλων των εποχών. Τόσο τα χαρακτηριστικά του όσο και ο εξοπλισμός τους ήταν εξωπραγματικά. Επιγραμματικά αναφέρουμε τις εξόδους από τον Διευκρινηστή και τις FM Multipath ή την δυνατότητα επιλογής αποέμφασης (!). Για όσους είχαν το θάρος να ρίξουν μία ματιά στο εσωτερικό του, κρίμα που τότε δεν υπήρχαν smartphone για να αποτυπώσουν τις στιγμιαίες εκφράσεις απορρίας στα πρόσωπα. Η Tandberg είχε επιλέξει την συγκεκριμένη συσκευή για να κάνει σεμινάρια μηχανολογικής αρτιότητας και ηλεκτροτεχνικών δεξιοτήτων και εν ολίγοις τα κατάφερε και με το παραπάνω. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και στα στάδια τροφοδοσίας δεν έκανε χρήση σταθεροποιητών, αλλά τρανζίστορ. Ο TPT-3001 θύμιζε περισσότερο επιστημονικό όργανο, παρά πηγή ήχου. Και όμως ήταν ένας καθαρόαιμος αναλογικός δέκτης, με κορυφαία ποιότητα λήψης και ήχο αναφοράς. Για πολλούς ίσως ο καλύτερος δέκτης που κυκλοφόρησε ποτέ…
Accuphase T-109
Κορυφαίος σε αισθητική, εξαιρετικός σε φινίρισμα και στιβαρός κατασκευαστικά με βάρος στα 9.5 κιλά, ο δέκτης της Accuphase, ανήκε στο πάνθεον των καλύτερων δεκτών που είχαν κατασκευασθεί ποτέ, οι οποίοι χωρίς υπερβολές, μετριούνταν στα δάκτυλα του ενός χεριού. Ο τηλεχειριζόμενος, Τ-109 ήταν καθόλα ψηφιακός δέκτης, παρόλο που το μεγάλο ρυθμιστικό για τον συντονισμό , θύμιζε σε αισθητική αλλά και αίσθηση χειρισμού, αναλογικό δέκτη. Στην πρόσοψη του δεσπόζαν η ευανάγνωστη ψηφιακή οθόνη ενδείξεων, οι διακόπτες για τις 32 συνολικά μνήμες σταθμών, ο επιλογέας επιλεκτικότητας, εκείνος για το φίλτρο MPX, όπως και ο επιλογέας stero/mono λειτουργίας. Στην πίσω όψη, πέρα από την 75άρα υποδοχή κεραίας, εντύπωση προκαλούσε η τριπλή έξοδος γραμμής! Μία με RCA εσωτερικής αντίστασης 200Ω, μία ρυθμιζόμενη με RCA και μία ζυγισμένη με XLR και εσωτερικής αντίστασης 100Ω. Ο Τ-109 απέδιδε πλούσιο και καθαρόαιμα αναλογικό ήχο και διακρίνετο για την επιλεκτικότητα του και τα ακουστικά του χαρίσματα. Με εκτεταμένο χαμηλό, «λαμπάτες» μεσαίες και αιθέριες υψηλές, ο δέκτης της Accuphase αποτέλεσε ορόσημο στην απολαβή υψηλής ποιότητας ήχου από έναν ραδιοφωνικό δέκτη και ως εκ τούτου κατέστει σημείο αναφοράς στην κατηγορία του…
Magnum Dynalab MD100T
Παρόλο που κυκλοφόρησαν οι MD108 και MD106T, o MD100T έμεινε στην ιστορία, ως η προσιτή πρόταση της Magnum Dynalab για έναν καθόλα αναλογικό δέκτη FM. Συνδυάζοντας το παλιό με το καινούργιο της εποχής του, χρησιμοποιούσε ψηφιακή οθόνη για την αναγραφή της συχνότητας συντονισμού, η οποία πλαισιωνόταν από δύο αναλογικές οθόνες ενδείξεων για την ακρίβεια συντονισμού και την στάθμη του σήματος. Για να γεφυρώσει κάπως το χάσμα, σε όσους αναζητούσαν έστω και τις στοιχειώδεις μορφές αυτοματισμών, υπήρχε διαθέσιμο προαιρετικό ενσύρματο τηλεχειριστήριο που παρείχε πέντε θέσεις μνήμης και δυνατότητα μικροσυντονισμού. Κατασκευασμένος με την δέουσα προσοχή, ο λαμπάτος MD100T χρησιμοποιούσε τοροειδή μετασχηματιστή στο στάδιο τροφοδοσίας, δύο λυχνίες 6992 στην έξοδο του, ενώ παρείχε και ζυγισμένες εξόδους XLR. Oι αναλογικές του καταβολές ήταν εμφανείς και στην ποιότητα του ήχου που απέδιδε. Ζυγισμένος, με πλούσιες αρμονικές, κορυφαία φυσικότητα, πλούσιο όγκο και ανάλυση, ο MD100T αποτέλεσε το απόλυτο μέσο για την ανεύρεση αναλογικής ποιότητας ήχου από τους αιθέρες.
Fanfare FT-1
Για τον ψηφιακό δέκτη της Fanfare, εύστοχα ειπώθηκε ότι αυτός που τον σχεδίασε σκεφτόταν αναλογικά! Kαι αυτό διότι έμεινε στην ιστορία ως ο δέκτης που η ψηφιακή τεχνολογία δεν τον μετουσίωσε σε μία στείρα και στεγνή συσκευή αναπαραγωγής ήχου. Ο FT-1, αντιθέτως, γεφύρωσε επιτυχώς τις δύο τεχνολογικές γενιές της τότε εποχής, συνδυάζοντας την δυναμική των ψηφιακών για την βέλτιστη δυνατή ποιότητα λήψης με την υπεροχή του αναλογικού ήχου. Αξίζει να σημειωθεί ότι συνοδευόταν από μία εξαιρετικής ποιότητας κεραίας λήψης, ενώ για τους απαιτητικούς του ήχου πέρα από τις εξόδους RCA, διάθετε και ζυγισμένες XLR. Λιτός σε εμφάνιση, με τα απολύτως απαραίτητα στην πρόσοση του, παρόλο τις ψηφιακές του καταβολές, θα έλεγε κανείς ότι βρισκόταν στην αντίπερα όχθη, σε ότι αφορά στην φιλοσοφία σχεδίασης, από τον βαρυφορτωμένο TPT-3001 της Tandberg. Βέβαια, κόστιζε και το ένα τρίτο των χρημάτων του TPT-3001, (360.000 δραχμές για την ακρίβεια) όμως η μινιμαλιστική διάθεση της Fanfare ήταν εμφανής, αφού πέτυχε με μαεστρία να προβάλλει με ακρίβεια τον χαρακτήρα του δέκτη της, τον οποίο πολλοί εν τέλει σύγκριναν σε ποιότητα με τον TPT-3001. Δεν ήταν λίγοι και εκείνοι μάλιστα που τον χαρακτήρισαν ώς «επαγγελματικό δέκτη monitor».