Η Tannoy, μια θρυλική εταιρεία στον χώρο του ήχου, έχει μια πλούσια ιστορία που χρονολογείται από το 1926. Από την εποχή εκείνη, η Tannoy έχει καθιερωθεί ως ένα από τα πιο σεβαστά ονόματα στην κατασκευή ηχείων υψηλής ποιότητας, με την τεχνολογία Dual Concentric να πρωταγωνιστεί.
Η Tannoy, που πλέον ανήκει στην εταιρεία Music Tribe, έχει ολοκαίνουριες γραμμές παραγωγής στην Σκωτία και σε άλλα μέρη του Η.Β.
Από την ίδρυσή της το 1926 από τον Guy R. Fountain στο Λονδίνο, η Tannoy έχει διανύσει μια μακρά και εντυπωσιακή πορεία στον χώρο της τεχνολογίας του ήχου.
Αρχικά ως Tulsemere Manufacturing Company, η Tannoy ξεκίνησε την παραγωγή μπαταριών για ραδιόφωνα και σύντομα μετονομάστηκε σε Tannoy το 1928, παίρνοντας το όνομά της από τα υλικά που χρησιμοποιούσε στην κατασκευή των ανορθωτών της: το tantalum και το alloy.
Η εταιρεία γνώρισε την αναγνώριση κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν κατασκεύασε συστήματα ηχείων ανακοινώσεων που χρησιμοποιήθηκαν από το στρατό σε διάφορες δημόσιες εκδηλώσεις. Το 1946, η λέξη «Tannoy» έγινε συνώνυμη με τα συστήματα δημοσίων ανακοινώσεων και προστέθηκε στο λεξικό Oxford English Dictionary.
Με την εφεύρεση του Dual Concentric μεγαφώνου το 1947, η Tannoy έθεσε τα θεμέλια για την επιτυχία της στο μέλλον στον χώρο της ηχητικής αναπαραγωγής. Η εταιρεία είναι γνωστή για την ποιότητα των ηχείων της, τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί σε ιστορικές ηχογραφήσεις όπως τα άλμπουμ «Dark Side of the Moon» των Pink Floyd και «Blade Runner» του Vangelis.
ΟΜΟΚΕΝΤΡΙΚΟ ΜΕΓΑΦΩΝΟ
Το Dual Concentric της Tannoy αποτελεί μια επαναστατική καινοτομία στον χώρο της τεχνολογίας του ήχου. Αναπτύχθηκε για πρώτη φορά το 1947 και από τότε έχει υποστεί συνεχείς βελτιώσεις, προσαρμοζόμενο στις νέες τεχνολογίες και τα υλικά που εμφανίζονται στην αγορά.
Η μοναδικότητα του οδηγού Dual Concentric έγκειται στην κατασκευή του, όπου δύο μεγάφωνα, ένα για τις χαμηλές και ένα για τις υψηλές συχνότητες, είναι ενωμένα σε ένα. Το υψηλών συχνοτήτων τοποθετείται στο πίσω μέρος, στο κέντρο, του γούφερ, με αποτέλεσμα και τα δύο να βρίσκονται στον ίδιο άξονα. Αυτό επιτρέπει στην ενέργεια του ήχου να διαδίδεται από ακριβώς το ίδιο σημείο και να παραδίδεται μέσω του κέντρου του κώνου των χαμηλών συχνοτήτων, δημιουργώντας ένα αληθινό σημείο πηγής.
Αυτή η κατασκευή επιτρέπει στο Dual Concentric να παράγει ένα σφαιρικό μέτωπο κύματος, το οποίο εξασφαλίζει ομοιόμορφη διάχυση τόσο στον οριζόντιο όσο και στον κατακόρυφο άξονα, παρέχοντας εξαιρετική απόδοση εκτός άξονα.
Σε αντίθεση με τα συνηθισμένα ομοκεντρικά μεγάφωνα, το Dual Concentric δεν έχει το σχεδιαστικό ελάττωμα της διαφορετικής πηγής ήχου για κάθε μεγάφωνο, πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να παρέχει συνεκτικότητα φάσης σε ένα ευρύ φάσμα ακροατών.
Η τεχνολογία Dual Concentric της Tannoy έχει αποδειχθεί ότι προσφέρει πολλαπλά οφέλη, όπως η συνεκτικότητα της φάσης, η απλούστευση του κροσόβερ και η βελτιωμένη απόκριση στις υψηλές συχνότητες. Αυτή η τεχνολογία της Tannoy έχει κάνει τα ηχεία της ως μια προτιμώμενη επιλογή τόσο στα στούντιο, στους μουσικούς παγκοσμίως, αλλά και στο σπίτι.
O ΗΧΟΣ ΕΙΧΕ ΕΠΙΣΚΕΥΘΕΙ ΤΗN ΤΑΝΝΟΥ
Όχι πολύ μακριά από το Εδιμβούργο, εκεί στην Σκωτία, υπήρχε το εργοστάσιο κατασκευής ηχείων της Tannoy, στην περιοχή Coatbridge. Μάλιστα, το εργοστάσιο αυτό της Tannoy ήταν στην ίδια γειτονιά με της Linn.
H Tannoy, τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει ιδιοκτησιακό καθεστώς (ανήκει στην Music Tribe με έδρα το Χάμιλτον του Ηνωμένου Βασιλείου). Η εταιρεία πια έχει μεταφέρει τις γραμμές παραγωγής μόλις 5,5 μίλια μακριά από το ιστορικό εργοστάσιο, στο Coatbridge της Σκωτίας. Εκεί, στην Σκωτία δηλαδή, παράγονται οι μεγάλες σειρές Legacy, Prestige και SGM (Super Gold Monitor) της εταιρεία.
Η Music Tribe προσέλαβε μηχανικούς για το τμήμα ακουστικής στο Μάντσεστερ και σε άλλα μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου για την ανάπτυξη των νέων ηχείων της Tannoy.
Η Tannoy είναι πια 94 ετών, να σημειώσουμε ότι ο Φώτης Φωτιάδης έχει επισκεφθεί το εργοστάσιο της Tannoy στο Coatbridge, όπου οι γραμμές παραγωγής του ήταν γεμάτες ηχεία και μεγάφωνα, απασχολώντας αρκετούς εργαζόμενους και ειδικούς του ήχου που γνώρισαν όλα των μυστικά του ήχου.
ΤΙ ΤΡΕΧΕΙ ΣΗΜΕΡΑ;
Πέρυσι η Tannoy κυκλοφόρησε το Stirling III LZ Special Edition που διαθέτει νέο διπλό ομόκεντρο μεγάφωνο που αποδίδει ακόμα υψηλότερο επίπεδο ήχου μέσω της χρήσης φερρίτη με χάλκινα δακτυλίδια αποδιαμόρφωσης και μαγνητικό κύκλωμα υψηλής ροής.
Σχεδιασμένο και κατασκευασμένο στο Ηνωμένο Βασίλειο, το ηχείο Tannoy Stirling III LZ Special προέρχεται από το Tannoy III LZ (γνωστό ως Monitor Red). Το ηχείο χρησιμοποιεί ομοαξονική μονάδα 10 ιντσών. Το τουίτερ είναι compression με θόλο από μαγνήσιο/αλουμίνιο 2 ιντσών και είναι ενσωματωμένο στο κέντρο του γούφερ που έχει κώνο από χαρτί 10 ιντσών έχοντας έναν μεγάλο μαγνήτη alnico με την ονομασία «ALCOMAX-III».
Με την τοποθέτηση του γούφερ και του τουίτερ στον ίδιο άξονα, όλες οι περιοχές των συχνοτήτων εκπέμπονται από ένα σημείο, έχοντας έτσι ηχείο επιδόσεις σημειακής πηγής.
Για να μπορέσει να αντισταθμίσει ηχητικά τους χώρους, το ηχείο διαθέτει σύστημα ρύθμισης των συχνοτήτων και κροσόβερ χαμηλών απωλειών.
Η θύρα bass reflex είναι τοποθετημένη στο μπροστινό μέρος για να επιτυγχάνονται εξαιρετικά ακουστικά χαρακτηριστικά ακόμα και όταν το ηχείο τοποθετηθεί κοντά σε τοίχο ή γωνία.
Η καμπίνα ενσωματώνει τα σχεδιαστικά στοιχεία του αρχικού III LZ, ενώ είναι κατασκευασμένη με υλικά και τεχνικές σχεδιασμού που δεν ήταν διαθέσιμα στη δεκαετία του 1960.
Εκτός από τη χρήση πολλών στοιχείων δεσίματος στο εσωτερικό της καμπίνας για την αύξηση της ακαμψίας, το μεγάφωνο είναι στερεωμένο όχι μόνο στην επιφάνεια της πρόσοψης του ηχείου, αλλά και το πίσω μέρος του συγκρατείται μια τεχνολογία με την ονομασία DMT (Differential Material Technology) που συνδυάζει πολλαπλά υλικά με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Εκεί είναι στερεωμένο με εσωτερικό στήριγμα μέσω ειδικής ρητίνης.
Ως αποτέλεσμα έχουμε μια στιβαρή καμπίνα που μπορεί να ελέγξει τις χαμηλές συχνότητες. Το ηχείο έχει φινίρισμα «λαδωμένου» καπλαμά καρυδιάς.
Η ΝΕΑ ΣΕΙΡΑ SUPER GOLD MONITOR
Υπάρχουν τρία ηχεία στην σειρά, τα Super Gold 10, Super Gold 12 και Super Gold 15. Τα νέα ηχεία είναι απόγονοι της σειράς Monitor Gold που χρησιμοποιούνταν στα στούντιο από τη δεκαετία του 1960. Όπως τα αρχικά ηχεία, έτσι και τα νέα ηχεία Super Gold Monitor κατασκευάζονται στη Σκωτία.
Στα ηχεία SGM10, SGM12 και SGM15, οι αριθμοί τους υποδεικνύουν τη διάμετρο του οδηγού. Δηλαδή το SGM15 έχει οδηγού 15 ιντσών. Όλοι οι οδηγοί μοιράζονται την ίδια ομόκεντρη σχεδίαση, με το τουίτερ των 1,3 ιντσών να είναι τοποθετημένο στο κέντρο του μιντ/γούφερ.
Αυτή η σχεδίαση επινοήθηκε από την Tannoy το 1947 και χρησιμοποιήθηκε επίσης στα αρχικά Monitor Gold. Οι κώνοι είναι από χαρτί με υφασμάτινο surround και μεγάλο πηνίο φωνής, ενώ το τουίτερ έχει θόλο αλουμινίου/μαγνησίου.
Για να αντισταθμίσουν οι ηχητικά δύσκολοι χώροι, τα ηχεία SGM10 και SGM12 διαθέτουν διπλό σύστημα ρύθμισης για ευκολότερη τοποθέτηση τους σε τοίχους ή σε γωνίες χωρίς να συμβιβάζουν στον ήχο τους. Ενώ, το SGM15 διαθέτει σύστημα τριπλό σύστημα ρύθμισης.
Η ΝΕΑ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΙΑ
Tη Tannoy στην Ελλάδα την γνωρίσαμε δεκαετίες πριν στην θρυλική Adamco στην Ιπποκράτους, μετά πέρασε στα χέρια της Audio Evolution και σήμερα -μετά από μερικά χρόνια- απουσίας της από την αγορά επιστρέφει στην ελληνική αγορά.
Η εταιρεία που ανέλαβε την ευθύνη της είναι η Orpheus Audio η οποία -όπως μας είπαν- θα διαθέσει όλο τον κατάλογο του κατασκευαστή στην ελληνική αγορά και όχι μόνο επιλεκτικά κάποια μοντέλα.
Επιτυχίες ευχόμαστε!