Η εμπειρία με τα Eleven της Bang & Olufsen αρχίζει από την συσκευασία των ακουστικών, ένα χάρτινο κουτί που ανοίγει τραβώντας επίσης δύο χάρτινες ταινίες. Όσο και το ψάξεις εσωτερικά όλα είναι χάρτινα εδώ, δεν υπάρχει κανένα πλαστικό στοιχείο.
Εκτός από την θήκη με τα ακουστικά, μέσα στο κουτί βρήκαμε ένα USB C σε USB C καλώδιο μήκους μισού μέτρου και ear-tips γκρι σιλικόνης τριών μεγεθών συν ένα μαύρο medium μεγέθους ζεύγος ear-tip με αφρό μνήμης από την Compy. Συνολικά δηλαδή υπάρχουν 5 ear-tips (XS/S/M/L) μαζί με αυτό που είναι εγκατεστημένο στα ακουστικά.
Επομένως, τα ακουστικά, μπορούν να δεχθούν ear-tips τρίτων κατασκευαστών, που διατίθενται στο εμπόριο, επιτρέποντας μας να χρησιμοποιήσουμε κάποιο που μας αρέσει περισσότερο.
Τα Bang & Olufsen Eleven είναι σχεδιασμένα από τον Thomas Bentzen, έναν ένας Δανό βιομηχανικό σχεδιαστή, όπως συνηθίζει να κάνει η διαχρονική αυτή εταιρεία με τα προϊόντα της. Τα ακουστικά κυκλοφορούν σε χάλκινη και σε αλουμινένια εμφάνιση.
Για την δοκιμή λάβαμε τα Copper Tone όπως λέγονται, δηλαδή με εμφάνιση αναδυομένου αλουμινίου στο χρώμα του χαλκού.
Αυτό κυριαρχεί έντονα στην θήκη φόρτισης, ενώ στα ακουστικά υπάρχει μόνο εξωτερικά μια γυάλινη γυαλιστερή επιφάνεια με χάλκινο φόντο που είναι «γραμμένο» το λογότυπο της εταιρείας.
Αυτή η γυάλινη πρόσοψη λάμπει έντονα όταν εκτίθεται στο φως, μόνο που μένουν δακτυλιές από τη χρήση που πρέπει να καθαρίζονται.
To υπόλοιπο σώμα τα ακουστικών είναι από γκρι πλαστικό, έχοντας τέσσερα μέρη. Το στέλεχος με τα μικρόφωνα και την κεραία, την μπαταρία, τον οδηγό και ένα μακρύ ακροφύσιο εξόδου του ήχου που είναι καλυμμένο με μια λεπτών οπών σίτα. Το ακροφύσιο στο πλάι αναγράφει «EX Earbud» που μας παραπέμπει στο μικρότερο μοντέλο της Bang & Olufsen, το Beoplay EX.
Ίσως τα Eleven είναι μια premium έκδοση αυτών. Άλλωστε έχουν 100 ευρώ διαφορά τιμής. Δεν έχουμε δοκιμάσει τα Beoplay EX για να έχουμε άποψη, αλλά από την ιστοσελίδα της εταιρείας πληροφορηθήκαμε ότι έχουν ακριβώς τα ίδια τεχνικά χαρακτηριστικά.
Και τα δύο είναι εξοπλισμένα με οδηγό 9,2 χιλιοστών και τα δύο έχουν την ίδια μπαταρία, όπως και τα δυο έχουν πιστοποίηση IP57 για αντοχή σε σκόνη και νερό (τα ακουστικά μπορούν να αντέξουν μέσα σε νερό σε βάθους έως 1 μέτρο για 30 λεπτά χωρίς να υποστούν ζημιά).
Επίσης και τα δύο μοντέλα έχουν από τρία μικρόφωνα ανά ακουστικό και μάλιστα τεχνολογίας MEMS που είναι υψηλής απόδοσης και μικρού μεγέθους. Επομένως ποια είναι η διαφορά μεταξύ του μοντέλου Eleven και Beoplay EX; Πιστεύουμε περισσότερο στο λογισμικό.
Τα ακουστικά διαθέτουν ενσωματωμένο αισθητήρα αφής στο γυαλί της προσοψής τους. Η ευαισθησία στη λειτουργία του είναι άψογη.
Υπάρχουν, τρία ενσωματωμένα μικρόφωνα όπως είπαμε, για κλήσεις hands-free, δύο από τα οποία έχουν τοποθετηθεί στο στέλεχος (ράβδο), δηλαδή όσο το δυνατόν πιο κοντά στο στόμα για να λαμβάνουν τη φωνή μας με ακρίβεια. Το τρίτο είναι στο σώμα των ακουστικών, από την μέσα πλευρά.
Κατά τις δοκιμές επιβιώσαμε ότι τα μικρόφωνα κάνουν καλή δουλειά καταγράφοντας τα δυναμικά και το τρισδιάστατο της φωνής μας, με ξεκάθαρά περιγράμματα. Ότι πρέπει δηλαδή για επικοινωνία και βιντεοκλήσεις. Εδώ υπάρχει και η επιλογή Wind Guard που «καταπολεμάει» τον άνεμο ώστε να μην “μπουκώνουν” όταν μιλάμε από μέρη με δυνατό αέρα.
Τα Eleven διαθέτουν δυναμικό οδηγό 9,2 mm που «αναπνέει» με άνεση σ’ έναν μεγάλο εσωτερικό χώρο (θάλαμο) αφού η μπαταρία των ακουστικών βρίσκεται πίσω από το λογότυπο «B&O».
Εννοείται ότι υπάρχει ενεργή μείωση των θορύβων (ΑΝC) και λήψη ήχου περιβάλλοντος (transparent) και κάθε ρύθμιση μπορεί να επιλεχθεί χρησιμοποιώντας την εφαρμογή «B&O» για κινητά iOS ή Android.
Mέσα από την app έχουμε ακόμη πρόσβαση σε ιντερνετικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς και υπηρεσίες μουσικής. Επομένως λειτουργεί και ως κεντρικό player για τις ακροάσεις μας.
Όσον αφορά τους κωδικοποιητές ήχου Bluetooth, εκτός από το aptX Adaptive της Qualcomm, τα Eleven υποστηρίζoυν AAC και SBC.
Ο μέγιστος χρόνος αναπαραγωγής με χρήση της μπαταρίας τους είναι περίπου 6 ώρες όταν συνδέεται μέσω κωδικοποιητή AAC και με ενεργοποιημένη την ακύρωση θορύβου. Αυτός ο χρόνος αυξάνει στις περίπου 8 ώρες με απενεργοποιημένη την ακύρωση θορύβου.
Η μπαταρία στη θήκη φόρτισης μπορεί να παρέχει έως και δύο φορτίσεις. Η θήκη μπορεί να φορτιστεί μέσω USB C ή ασύρματα αφού είναι συμνατή Qi. Υπάρχει ένα LED στη θήκη για ένδειξη.
Για τη δοκιμή χρησιμοποιήσαμε το Oppo Find X5 Pro και ακούσαμε μουσική από το Tidal.
Η γνώση της Bang & Olufsen στο ήχο αντικατοπτρίζεται ξεκάθαρα με τον τρόπο που τα ακουστικά αυτά παράγουν ήχο.
Πιστά στον σωστό και ουδέτερο ήχο, η μουσική ρέει άνετα, με ισορροπία και με σαφήνεια χωρίς παραμόρφωση από τα Eleven.
Η ουδέτερη ισορροπία και η πιστότητα τους τα καθιστούν κατάλληλα για κάθε είδος μουσικής. Το ηχητικό πεδίο τους είναι πλούσιο και εκτεταμένο, έχοντας άφθονο και ελεγχόμενο μπάσο.
Ακούγοντας το «The Sound of Silence» από τον The Ghost of Johnny Cash, ένα κομμάτι γεμάτο με φωνητική δύναμη, τα ακουστικά έδειξαν την ικανότητά τους να ακολουθούν σωστά έχοντας την ικανότητα να αποδίδουν την ενέργεια της μουσικής. Η φωνή του The Ghost of Johnny Cash είναι ξεκάθαρη και ζωντανή, μια δύσκολη δοκιμή που άλλα ακουστικά παρουσιάζουν την φωνή του κομματιού σαν “καρτούν”.
Στο κομμάτι «Morth The Cat» του Donald Fagen το μπάσο και τα ντραμς έχουν σώμα, με «σφιχτές» χαμηλές συχνότητες που σίγουρα οφείλονται στο θάλαμο (καμπίνα) των ακουστικών. Δημιουργούν μια αίσθηση με ένταση σαν αυτή μιας ζωντανής συναυλίας.
Σε κομμάτια με πιάνο ο ήχος «βγαίνει» χωρίς παραμόρφωση, ενώ στην jazz απέδωσαν την μεταξένια υφή και η ζεστασιά της τρομπέτας.
Ανάλογα με την μουσική που απολαμβάνουμε μπορούμε μέσα από την εφαρμογή να επιλέξουμε κάποια έτοιμή καμπύλη EQ ή να δημιουργήσουμε και να αποθηκεύσουμε και την δική μας, σύμφωνα με τις προτιμήσεις μας.
Την επιλογή αυτή η εταιρεία την ονομάζει «Sound Mode» και ο ιστοσταθμιστής που παρουσιάζεται στην οθόνη του κινητού μας δεν είναι ο κλασικός με τις περιοχές συχνοτήτων, αλλά ο «Beosonic» με θέσεις μέσα σ’ έναν κύκλο όπως «Bright», «Energetic», «Relaxed» και «Warm», καθώς και με ενδιάμεσες ρυθμίσεις αυτών.
Η Bang & Olufsen έχει αναπτύξει μια ωραία app που -κατά την γνώμη μας- θέλει λίγο δουλίτσα ακόμη για να γίνει άψογη. Κάτι που πιστεύουμε θα έρθει σύντομα με firmware ενημέρωση.
Η ακύρωση θορύβου και το transparent δεν μπορούν να ρυθμιστούν, υπάρχει μόνο ένα επίπεδο. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα Beoplay Eleven δεν είναι εξαιρετικά και παράλληλα φυσικά στον τρόπου που μειώνουν τους εξωτερικούς θορύβους. Ειδικά με τα ear-tips της Comly που συμβάλλουν και παθητικά.
Πράγματι το ANC των Eleven προσφέρει εξαιρετική απομόνωση που σπάνεια βρίσκουμε σε buds.
Tα Eleven δίνουν έμφαση στην ισορροπία έχοντας μεγάλη ικανότητα να κατεβαίνουν πολύ χαμηλά, είναι από τα καλύτερα ακουστικά του είδους που έχουμε ακούσει τους τελευταίους αρκετούς μήνες.
Στο transparent οι ήχοι του περιβάλλοντος ακούγονται πολύ καθαρά, ενώ και εδώ η ισορροπία του ήχου δεν επηρεάζεται από το “άνοιγμα” των μικροφώνων.
Συνολικά, τα Beoplay Εleven ακούγονται, λειτουργούν και δείχνουν υπέροχα. Όχι μόνο είναι πανέμορφα (αυτά και η θήκη τους) με ένα καπάκι που ανοίγει και κλείνει ομαλά αποπνέοντας μια αίσθηση πολυτέλειας, αλλά έχουν και ένα μουσικό κούρδισμα που αρέσει σ΄ όλους. Άλλωστε η B&O δεν είναι χθεσινή στα ακουστικά.
Σίγουρα ανήκουν στον “αφρό” της αγοράς και καλό είναι να τα ακούσετε. Είναι ίσως στην κορυφή των buds της εποχής μας και μάλιστα Made in Europe.
ΣΧΟΛΙΟ
Από τα καλύτερα buds της αγοράς, τόσο σε επιδόσεις όσο και σε εμφάνιση. Σίγουρα το μεγαλύτερο ατού των ακουστικών είναι ο ήχος τους.
TIMH: 499 ευρώ